Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ: Η απαρχή της αγγλοαμερικανικής Κατοχής

Κυριακή 3 Δεκέμβρη 1944. Ο δυνατός χειμωνιάτικος ήλιος λούζει την πλατεία Συντάγματος κι αντανακλά στα κατάλευκα μάρμαρα του Άγνωστου Στρατιώτη. Το μεγάλο σιωπηλό τετράγωνο πάλλεται από ένα βουητό που έρχεται απ’ όλες τις κατευθύνσεις. Τεράστιες ανθρωποθάλασσες από τη λεωφόρο Β. Σοφίας, την Ερμού, τη Συγγρού κατευθύνονται στην πλατεία. Ηλικιωμένοι, χαροκαμένες μάνες και ορφανά διαδηλώνουν τη θέληση τους να διαφεντέψουν τον τόπο τους. Στην κεφαλή της πομπής μαυροντυμένες κρατούν ένα πανό που γράφει πως «Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα». Ωστόσο, το πλήθος είναι άοπλο. Ανεμίζει συμμαχικές σημαίες και πλακάτ που καλωσορίζουν τους «μεγάλους μας συμμάχους», τους «μεγάλους μας ελευθερωτές».













Όταν η πομπή φτάνει στο ύψος του Άγνωστου Στρατιώτη, ένας έφηβος περνά στην κεφαλή της και, μέσα στις επιδοκιμασίες του πλήθους, αρχίζει έναν ξέφρενο χορό πηδώντας κάθε τόσο στον αέρα. Ξαφνικά, παραλύει και σωριάζεται κατάχαμα ενώ στο στήθος του το άλικο λουλούδι του θανάτου μεγαλώνει. Μια ριπή από το υπουργείο Εσωτερικών τον έχει θερίσει. Από τη στέγη του παλατιού μια δεύτερη. Ύστερα συνεχόμενο πυρ χτυπά το σαστισμένο πλήθος που δεν έχει πουθενά να κρυφτεί. Πίσω, οι πομπές από το Φάληρο, την Κοκκινιά, την Καισαριανή και το Παγκράτι, μη γνωρίζοντας τι συμβαίνει, σπρώχνουν τους προπορευόμενους. Μέσα σε λίγα λεπτά 28 νεκροί και 100 τραυματίες κείτονται στα οδοστρώματα. Έτσι, ξαφνικά όπως άρχισε, το πυρ σταματά. Έκπληκτο μα και βουβό το πλήθος βουτά τα μαντίλια και τα πανό του στα αίμα των νεκρών και τα στρέφει προς το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» όπου στεγάζονται όλες οι «διπλωματικές αποστολές» και οι ξένοι δημοσιογράφοι. Το πρώτο αίμα Ελλήνων από τους «συμμάχους» έχει χυθεί.
Άραγε, τι μεσολάβησε από τον παλλαϊκό ενθουσιασμό και την «εθνική ενότητα» τη μέρα της απελευθέρωσης μέχρι αυτό το μακελειό; Ας το δούμε ξετυλίγοντας συνοπτικά το κουβάρι των γεγονότων.
Από τη χαραυγή του 1943 το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ), χάρη στη μεγαλειώδη δράση του και τις εκατόμβες θυμάτων που έδωσε στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, δεν κυριαρχεί μόνο στις καρδιές των Ελλήνων. «Το κίνημα που έχει δημιουργήσει το ΕΑΜ δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά σαν μια ολοκληρωμένη επανάσταση. Το κίνημα του ΕΑΜ κυριαρχεί» αναφέρει το Αμερικανικό Γραφείο Στρατιωτικών Υπηρεσιών (OSS). Το 1944 οι Γερμανοί ελέγχουν μόνο τις μεγάλες πόλεις. Ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ), που το 1941 ξεκίνησε από μια φούχτα «ξυπόλητους», έχει μετατραπεί σε στρατιά (με 48.940 μαχητές χωρίς να υπολογίζονται οι εφεδρικοί και οι δυνάμεις της Αθήνας, της Κρήτης της Σάμου και Μυτιλήνης) με οργάνωση τακτικού στρατού και επιδίδεται σε μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις. Ο λαός έχει εκλέξει την προσωρινή του κυβέρνηση στην οποία εκπροσωπούνται όλες οι δυνάμεις που μετέχουν στον αγώνα: επιστήμονες, παλιοί βουλευτές (της βουλής που έπνιξε το 1936 η δικτατορία Μεταξά), κληρικοί που βαδίζουν στα βήματα του Παπαφλέσσα (με προεξάρχοντες τους Μητροπολίτες Κοζάνης Ιωακείμ και Ηλείας Αντώνιο Πολίτη), στρατιωτικοί, αντάρτες, αγρότες, εργάτες και –πρωτοφανέρωτο για την Ελλάδα- γυναίκες. Η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) αγκαλιάζει όλο το λαό. Αντιπροσωπεύει όλα τα κοινωνικά στρώματα και τα περισσότερα πολιτικά ρεύματα της εποχής. Οι μόνοι που δεν αντιπροσωπεύτηκαν σ’ αυτήν ήταν οι εξ επαγγέλματος πολιτικοί που παρίσταναν εκ του ασφαλούς τους ταγούς ενός έθνους που έχυνε το αίμα του. Εκείνοι που, δειλοί και άβουλοι, προτιμούν τη σιγουριά του Καΐρου, του Λονδίνου και της Νίκαιας μέχρι να δουν προς τα πού φυσάει ο άνεμος. Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος τους ο Γεώργιος Παπανδρέου ένας καιροσκόπος πολιτικός που ο λαός τον αποκαλεί «Παπατζή». Ο Παπανδρέου αρνείται την ηγεσία της ΠΕΕΑ που του προσφέρεται. Λίγο αργότερα, στο Κάιρο ορκίζεται πρωθυπουργός μιας κυβέρνησης κυριολεκτικά «βρετανικής κατασκευής» που δεν έχει καμιά απήχηση στην Ελλάδα. Θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην απόσπαση της εξουσίας από το ΕΑΜ και στην υποδούλωση της χώρας στον ξεδοντιασμένο βρετανικό λέοντα.
…που ανησυχεί τους Βρετανούς
Οι εξελίξεις τρομάζουν τον βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστον Τσώρτσιλ που βλέπει πως μετά την απελευθέρωση η Ελλάδα θα αποκτήσει μια κυβέρνηση που δεν θα είναι μαριονέτα των βρετανών. Από νωρίς το Φόρειν Όφις προσπαθεί να ελέγξει το ελληνικό αντιστασιακό κίνημα ώστε να έχει λόγο στις μεταπολεμικές εξελίξεις. Βλέποντας τη διαρκώς αυξανόμενη επιρροή του ΕΑΜ στο λαό, προσπαθεί να δυναμώσει τις φιλοβρετανικές οργανώσεις σαν αντίπαλο δέος. Όταν αποτυγχάνει, προσπαθεί, μέσω της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής (της οποίας ηγούνται ο ταξίαρχος Έντι Μάγιερς και ο συνταγματάρχης Κρίστοφερ Μόνταγκιου Γουντχάουζ, γνωστότερος σαν «Κρις») να μετατρέψει το αντιστασιακό κίνημα σε υποκατάστημα του Συμμαχικού (δηλαδή του βρετανικού) Στρατηγείου Μέσης Ανατολής. Ό,τι δεν καταφέρνουν οι πράκτορες τους θα τους το προσφέρει ανέλπιστα η αντιπροσωπεία της ΠΕΕΑ που μεταβαίνει στο Λίβανο. Εκεί οι εκπρόσωποι της αντίστασης αντιμετωπίζονται από τους βρετανούς και τους απόντες των αγώνων σαν εκπρόσωποι «ληστών» και «αναρχικών» και εγκαλούνται από τον Παπανδρέου που αποκαλεί την αντίσταση κατά των κατακτητών «τυχοδιωκτισμό που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του ελληνικού λαού»! Τελικά, οι εκπρόσωποι της ελεύθερης Ελλάδας δέχονται να συμμετάσχουν σαν φτωχοί συγγενείς στην «κυβέρνηση» του Παπανδρέου με την αυταπάτη πως έτσι προωθούν την «εθνική ενότητα». Λίγο αργότερα, στην Καζέρτα της Ιταλίας οι στρατιωτικές δυνάμεις της αντίστασης (δηλαδή ο ΕΛΑΣ) τίθενται κάτω από τις διαταγές του ΣΣΜΑ με διοικητή τον αντιστράτηγο Ρόναλντ Σκόμπι ένα στρατιωτικό με πείρα στις… αποικίες του Στέμματος. Το σχέδιο του Τσώρτσιλ αρχίζει να υλοποιείται.
Συμφωνίες ανήθικων «κυρίων»
Το ελληνικό «πρόβλημα» έχει γίνει έμμονη ιδέα και ταράζει τον ύπνο του βρετανού πρωθυπουργού. Μεσούντος του πολέμου, ο Τσώρτσιλ προσφέρει εδάφη που δεν του ανήκουν σε οποιονδήποτε θα μπορούσε να του φανεί χρήσιμος για να κρατήσει την Ελλάδα υπό την κατοχή του. Όπως αποδεικνύουν σουηδικά, ελβετικά και συμμαχικά αρχεία που αποκάλυψε ο Β. Μαθιόπουλος, ο Τσώρτσιλ το 1943 υπόσχεται τα Δωδεκάνησα στην Τουρκία αν αυτή πολεμήσει κατά των Γερμανών. Το 1944 επαναφέρει την ίδια πρόταση υπό τον όρο να στείλει η Τουρκία στρατεύματα κατοχής (τα αποκαλεί «δυνάμεις αποκατάστασης της τάξης») στην Ελλάδα. Παράλληλα, συνάπτει μια μοναδικής κυνικότητας «συμφωνία κυρίων» με τους ναζί στη Λισσαβόνα. Αυτό το άθλιο «gentlemen agreement» προβλέπει πως τα γερμανικά στρατεύματα θα αποχωρήσουν από την Ελλάδα ανενόχλητα με την προϋπόθεση να μην παραδώσουν την Αθήνα στον ΕΛΑΣ αλλά στους βρετανούς. Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου της Βέρμαχτ στρατηγός Γιοντλ και ο φον Όβεν βεβαιώνουν πως οι βρετανοί τήρησαν στο ακέραιο τη συμφωνία αφήνοντας τα ναζιστικά στρατεύματα να φύγουν άθικτα για να πολεμήσουν σε άλλα μέτωπα κατά των συμμάχων.
Οι Βρετανοί αντικαθιστούν τους Γερμανούς
Στις 18 Οκτωβρίου η γαλανόλευκη υψώνεται ξανά στην Ακρόπολη την οποία για 4 χρόνια μόλυνε η σβάστικα. Η λεγόμενη κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» και οι βρετανοί γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό από το λαό της Αθήνας που, στην πλειοψηφία του, ανήκει στο ΕΑΜ. Τα ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ δεν μπαίνουν στην πόλη υπακούοντας στην καθόλου αθώα διαταγή των βρετανών που θέλουν να δείξουν πως αυτοί απελευθέρωσαν την Αθήνα. Όλοι όμως γνωρίζουν πως το ΕΑΜ, αν ήθελε, θα μπορούσε να κατέχει και την Αθήνα όπως κατέχει την υπόλοιπη χώρα. Ο Γουντχάουζ είναι σαφέστατος: «Αν δεν ήταν οι Βρετανοί από το 1942 στην Ελλάδα, με την υποχώρηση των Γερμανών το ΕΑΜ θα είχε τον πλήρη έλεγχο της χώρας».
Ο Παπανδρέου μιλώντας στο λαό ,που ζητά κατοχύρωση της ελευθερίας του, δηλώνει υποκριτικά «πιστεύομεν εις την λαοκρατίαν». Στην πραγματικότητα η μαριονέτα του Τσώρτσιλ αδιαφορεί για τα παλλαϊκά αιτήματα που είναι: α) η τιμωρία όσων συνεργάστηκαν με τον κατακτητή και μαυροφόρεσαν χιλιάδες Έλληνες φορώντας τη στολή του γερμανοτσολιά ή την κουκούλα του καταδότη, 2) η δυνατότητα να αποφασίσει ο λαός χωρίς παρεμβάσεις τόσο για το πολίτευμα όσο και για την κυβέρνηση που τον εκφράζει. Οι επικυρίαρχοι έχουν άλλα σχέδια ξέροντας πως αν ο λαός αποφασίσει ελεύθερα, αυτοί δεν έχουν μέλλον στη χώρα. Οι ταγματασφαλίτες οδηγούνται σε στρατόπεδα όχι για να κρατηθούν αλλά για να προστατευτούν από τη λαϊκή αγανάκτηση. Βγαίνουν τη νύχτα για να τρομοκρατήσουν τις λαϊκές συνοικίες και το χάραμα σταβλίζονται ξανά στη «φυλακή» τους. Οι πολιτικοί επιδίδονται σ’ ένα όργιο κατασυκοφάντησης της αντίστασης ενώ η «δικαιοσύνη» καταδικάζει μαζικά τους μαχητές για «εγκλήματα» κατά των… κατακτητών (καταδικάζονται ακόμα και σε εκτέλεση επειδή είχαν το «θράσος» να σκοτώνουν γερμανούς στρατιώτες)! Σύντομα, οι φυλακές γεμίζουν από αγωνιστές ενώ οι δοσίλογοι στελεχώνουν το νέο κρατικό μηχανισμό.
Τσώρτσιλ: «Χτυπήστε απροειδοποίητα»
Όλα αυτά είναι επιταγή χωρίς αντίκρισμα αν δεν αφοπλιστεί ο ελληνικός λαός. Ο Τσώρτσιλ δεν αρκείται στη διπλωματική νίκη του. Μεθοδεύει τη συντριβή του ΕΑΜ. Τα τηλεγραφήματα του προς τον υπουργό των εξωτερικών σερ Άντονι Ήντεν είναι αποκαλυπτικά. Στις 29 Αυγούστου 1944 σημειώνει: «Είναι εξαιρετικά σημαντικό να χτυπήσουμε απροειδοποίητα χωρίς να προηγηθεί καμιά φανερή κρίση. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να προκαταλάβουμε το ΕΑΜ». Στις 7 Νοεμβρίου γίνεται πιο σαφής: «Δεν θα έπρεπε να διστάσουμε να χρησιμοποιήσουμε βρετανικά στρατεύματα, για να υποστηρίξουμε την κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου… Προσδοκώ ότι θα έχουμε σύγκρουση με το ΕΑΜ και δεν πρέπει να προσπαθήσουμε να την αποφύγουμε υπό τον όρο να επιλέξουμε εμείς το έδαφος».
Ο Παπανδρέου κι ο Σκόμπι πιέζουν για μονομερή αφοπλισμό του ΕΛΑΣ. Οι ηγέτες του ΕΑΜ βλέποντας πως η υποχωρητικότητα που επέδειξαν για να μη διασπαστεί «η ενότητα των συμμάχων» έχει αποθρασύνει τους βρετανούς, αντιπροτείνουν την ταυτόχρονη αποστράτευση του ΕΛΑΣ, του φιλοβρετανικού ΕΔΕΣ και της Ορεινής Ταξιαρχίας Ρίμινι, ενός σώματος στελεχωμένου αποκλειστικά από οπαδούς της μοναρχίας και της 4ης Αυγούστου (το οποίο ο Ηλίας Τσιριμώκος θα αποκαλέσει εύστοχα «σώμα πραιτωριανών») και τη δημιουργία εθνικού στρατού από τον οποίο θα αποκλειστούν οι συνεργάτες των Γερμανών και της δικτατορίας. Ο Τσώρτσιλ έχει βρει την ευκαιρία που ζητούσε. Τα όργανα του δίνουν τελεσίγραφο στο ΕΑΜ να παραδώσει τον οπλισμό του μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου. Παράλληλα, βαφτίζουν τους ταγματασφαλίτες «εθνικό στρατό» και τους εξοπλίζουν. Από τα πρώτα στελέχη αυτού του στρατού κι ο περιβόητος Χ. Γερακίνης ο οποίος συνέτασσε αναφορές στη Βέρμαχτ με το εξής «πατριωτικό» περιεχόμενο: «Απώλειαι: Εκ των ημετέρων εις Γερμανός στρατιώτης». Ακόμα και για την υποχωρητική ηγεσία του ΕΑΜ όλα αυτά είναι υπερβολικά. Τα στελέχη του αποχωρούν από την κυβέρνηση και ζητούν παραίτηση του Παπανδρέου θεωρώντας αυτόν κι όχι τους Άγγλους αποκλειστικό υπεύθυνο της κρίσης. Όμως, οι βρετανικές λόγχες είναι έτοιμες να στηρίξουν τον πρόθυμο για όλα πρωθυπουργό. Ο πρεσβευτής της Αγγλίας σερ Ρέτζιναλντ Λήπερ και ο Σκόμπι αναλαμβάνουν δράση καθώς ο Τσώρτσιλ δεν εμπιστεύεται τον «γέρο ανόητο» Παπανδρέου. Αν αυτός διστάσει να εκτελέσει τις εντολές, θα πρέπει «να κλειδωθεί σ’ ένα δωμάτιο μέχρι να ξανάρθει στα λογικά του».
Το έγκλημα αρχίζει
Το ΕΑΜ προαναγγέλλει συλλαλητήριο την Κυριακή 3 Δεκέμβρη και γενική πολιτική απεργία την επόμενη μέρα. Ο διοικητής της αστυνομίας Άγγελος Έβερτ ξέρει τι πρέπει να κάνει. Την Κυριακή η κεφαλή της πορείας φτάνει στον Άγνωστο Στρατιώτη. Και τότε τα όπλα θερίζουν το λαό. Αδιάφορο αν οι χειριστές ήταν Βρετανοί ή «Έλληνες». Αδιάφορο αν ήταν «τακτικός στρατός» ή εξοπλισμένοι ταγματασφαλίτες. Το «πρώτο αίμα» στο μονόπλευρο (προς το παρόν) εμφύλιο είχε χυθεί. Κι ήταν ελληνικό.
Την επόμενη μέρα, μια λαοθάλασσα περνά από το ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρετανίας» σηκώνοντας τα φέρετρα των δολοφονημένων και τραβά για το νεκροταφείο. Στην επιστροφή του το πλήθος περνά μπροστά από το ξενοδοχείο «Ερμής» στην Πανεπιστημίου όπου στεγάζονται δοσίλογοι που οι βρετανοί δήλωναν πως αφόπλισαν. Πυκνό πυρ χτυπά και πάλι τους διαδηλωτές σκοτώνοντας και τραυματίζοντας δεκάδες. Ο Σκόμπι έχει ήδη πάρει τις εντολές του από τον Τσώρτσιλ: «Μη διστάσετε να συμπεριφερθείτε σαν να βρίσκεστε σε μια κατακτημένη πόλη όπου έχει ξεσπάσει εξέγερση…Πρέπει να κρατήσουμε και να κυριαρχήσουμε στην Αθήνα. Εάν τούτο το επιτύχετε χωρίς αιματοχυσία θα είναι κατόρθωμα, αλλά και με αιματοχυσία θα είναι επίσης κατόρθωμα». Κηρύσσει στρατιωτικό νόμο, απευθύνει τελεσίγραφο στον ΕΛΑΣ να εκκενώσει την Αθήνα και τα περίχωρα της για να μην θεωρηθεί «εχθρική δύναμη» και απειλεί να κόψει την παροχή τροφίμων στον πληθυσμό της πόλης. Από κει και πέρα δράση αναλαμβάνουν οι ταγματασφαλίτες που χτυπούν τις συνοικίες και, όταν βρουν αντίσταση από ΕΛΑΣίτικα τμήματα, σώζονται από τους βρετανούς.
Τη συμμετοχή δοσίλογων στα γεγονότα επιβεβαιώνει ο τότε υφυπουργός Στρατιωτικών στρατηγός Λεωνίδας Σπαής. Στο βιβλίο του «Πενήντα χρόνια στρατιώτης στην υπηρεσία του έθνους και της δημοκρατίας», το «λησμονεί». Το παραδέχεται, όμως, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στα «Πολιτικά Θέματα» της 4ης Δεκεμβρίου 1976. Απόσπασμα αυτού του άρθρου παραθέτει ο Βάσος Μαθιόπουλος στο βιβλίο του «Ο Δεκέμβρης του 1944» (εκδόσεις Νέα Σύνορα-Α.Α.Λιβάνη, σελίδα 46): «Αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθούν κατά του ΕΑΜ τα Τάγματα Ασφαλείας. Η εισήγηση ήταν των Άγγλων και η απόφαση δική μου. Δεν θέλω να δικαιολογήσω την πράξη, αλλά δεν γινόταν αλλιώς, η στρατιωτική μας δύναμη ήταν ανύπαρκτη. Συνολικά υπήρχαν 27.000 άνδρες των Ταγμάτων ασφαλείας. Χρησιμοποιήσαμε 12.000, τους λιγότερο εκτεθειμένους, και οπωσδήποτε κανένα από τα σημαίνοντα στελέχη. Τους ντύσαμε, και τους εξοπλίσαμε, αφού τους πήραμε από τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως… Δεν είναι αλήθεια ότι δεν χρησιμοποιήθηκαν Τάγματα Ασφαλείας στα Δεκεμβριανά… Χρησιμοποιήθηκαν περίπου οι μισοί από όσους είχαν συλληφθεί και αυτή είναι η αλήθεια που αποκαλύπτω σήμερα».
Ο Τσώρτσιλ δεν κρύβει τις προτιμήσεις του: «Θεωρώ ότι οι συνεργάτες των Γερμανών έκαναν ό,τι μπορούσαν για να προστατεύσουν τον ελληνικό πληθυσμό… Ο κύριος εχθρός είναι οι κομμουνιστές… Δεν τίθεται ζήτημα έντασης της αυστηρότητας προς τους δοσίλογους με σκοπό να κερδηθεί η επιδοκιμασία των κομμουνιστών. Η επιδοκιμασία τους μας είναι άχρηστη».
Σε «άνιση πάλη κι αγώνα»
Ο ΕΛΑΣ ελέγχει όλη την πόλη εκτός από ένα μικρό κομμάτι που περιλαμβάνει το Σύνταγμα, το Γουδί, τα Εξάρχεια, του Μακρυγιάννη και τη Σχολή Ευελπίδων. Αυτή η περιοχή, που ο λαός αποκαλεί «Σκομπία», έχει «πρωτεύουσα» τη «Μεγάλη Βρετανία» όπου είναι το κέντρο επιχειρήσεων. Μέσα σ’ αυτή την περιοχή κυκλοφορούν τμήματα του βρετανικού στρατού και ένοπλοι συνεργάτες των Ες Ες και αργότερα του ΜΙ6. Άνθρωποι με ιδεολογία σαν αυτή του συνταγματάρχη Παπαδόγκωνα ο οποίος απέστειλε την «ιστορική» επιστολή στον… Χίτλερ όταν απέτυχε η εναντίον του απόπειρα: «…Από την ιεράν γην της αρχαίας Σπάρτης, εκ της οποίας προήλθεν η δράσις των ηρώων του Λεωνίδου, η οποία έσωσεν τον ευρωπαϊκόν πολιτισμόν, υψούται η προσευχή μας: Κύριε φύλαττε τον Φύρερ».
Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ εύκολα θα μπορούσαν να καταλάβουν τη «Σκομπία». Ωστόσο, το κρίσιμο διάστημα η ηγεσία του ΕΑΜ δίνει διαταγές για αναμονή και –όσο το δυνατόν- αποφυγή συμπλοκών με βρετανούς οι οποίοι, όμως, δεν έχουν ανάλογες αναστολές.
Ενώ τα αμερικανοβρετανικά στρατεύματα έχουν καθηλωθεί στις Αρδένες, ο Τσώρτσιλ στέλνει βρετανικές μονάδες από την Ιταλία στην Αθήνα. Ενημερώνει τον Σκόμπι πως «Ο βασικός στόχος είναι η συντριβή του ΕΑΜ. Η λήξη των συγκρούσεων υποτάσσεται σ’ αυτό το σκοπό…Όχι ειρήνη χωρίς τη νίκη». Βρετανικά τανκς χτυπούν στο κέντρο της Αθήνας ενώ αεροπλάνα της ΡΑΦ βομβαρδίζουν τις λαϊκές συνοικίες. Το ΕΑΜ περιορίζεται σε άμυνα χωρίς να μεταφέρει τμήματα του από την υπόλοιπη χώρα. Ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης και ο Άρης Βελουχιώτης διατάσσονται να ελέγξουν την Ήπειρο, που κατέχει ο Ζέρβας, για να αποφευχθεί από εκεί εισβολή των βρετανών στα νώτα του ΕΛΑΣ!
Υπό αυτές τις συνθήκές η έκβαση της μάχης της Αθήνας είναι προδιαγεγραμμένη. Τις πρώτες μέρες του Γενάρη οι μονάδες του ΕΛΑΣ, μαζί με δεκάδες πρόσφυγες που τους ακολουθούν για να αποφύγουν τη μανία των Χιτών, εκκενώνουν την Αθήνα και πηγαίνουν στη Λαμία. Πίσω τους μένει μια πόλη καταστραμμένη από τους βομβαρδισμούς των Άγγλων και γεμάτη εκατοντάδες πτώματα από το λεπίδι των δοσίλογων. Αυτά τα πτώματα θα χρησιμεύσουν. Συνεργεία δοσίλογων (που άλλαξαν τη γερμανική στολή με τη βρετανική) «σκοτώνουν» τα θύματα για δεύτερη φορά: πετσοκόβουν τα πτώματα, γεμίζουν κουβάδες με μάτια και ανθρώπινα μέλη και κατακρεουργούν νεκρούς σε σημείο που έμπειροι ιατροδικαστές να λιποθυμούν στη θέα τους. Τη σκυτάλη παίρνει μια «διεθνής» βρετανική επιτροπή της οποίας ηγείται ο σερ Σίτριν. Αυτή παρουσιάζει τα αίσχη σαν «εγκλήματα των κομμουνιστών» σε μια προσπάθεια μεταστροφής της διεθνούς κοινής γνώμης υπέρ του Τσώρτσιλ.


Στις 12 Φλεβάρη 1945 στη Βάρκιζα υπογράφεται η ομώνυμη συμφωνία ανάμεσα στο ΕΑΜ και την κυβέρνηση Παπανδρέου. Εκεί το ΕΑΜ, που ελέγχει όλη τη χώρα εκτός της πρωτεύουσας, αντιμετωπίζεται σαν νικημένο και του επιβάλλεται μονομερής αφοπλισμός. Λίγο αργότερα, μετά την παράδοση των όπλων, το προπολεμικό καθεστώς θα κυριαρχήσει απόλυτα. Θα επαναφέρει το πειθήνιο όργανο των βρετανών τον Γεώργιο Γλύξμπουργκ και θα επιδοθεί σ’ ένα λουτρό αίματος και τρομοκρατίας κατά οποιουδήποτε τόλμησε να υπερασπιστεί την πατρίδα από τους κατακτητές. Μόνο στο διάστημα 12/2/1945 μέχρι 31/3/1946 καταγράφτηκαν 1.289 φόνοι, 6.671 τραυματισμοί, 31.632 βασανισμοί, 34.931 συλλήψεις 18.767 λεηλασίες-καταστροφές, 677 καταστροφές γραφείων, 509 απόπειρες φόνου, 165 βιασμοί γυναικών (Δ. Παρτσαλίδη: «Η διπλή αποκατάσταση της Εθνικής Αντίστασης»). Όλα αυτά ήταν τα κατορθώματα από τις οι συμμορίες του Σούρλα, του Μαγκανά, του Βουρλάκη, του Κατσαρέα, του Τσαούς Αντών, του Βόιδαρου και άλλων ομοϊδεατών τους. Το αίσχος δεν σταμάτησε εκεί. Οι παρακρατικοί κατέσφαξαν τον δημοσιογράφο του Ριζοσπάστη Κώστα Βιδάλη και κρέμασαν στο φανοστάτη των Τρικάλων τα κεφάλια του Άρη και του Τζαβέλα.
Στο ίδιο διάστημα στήθηκε η δικαστική δίωξη χιλιάδων πατριωτών με τις πανομοιότυπες μηνύσεις αγωνιστών για «εγκλήματα» κατά των κατακτητών που ξεπέρασαν τον «τρομακτικό αριθμό των 40.000 προφυλακισμένων που έφθαναν να κρατούνται σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως» (στοιχεία από το βιβλίο του επίτιμου Εισαγγελέα Εφετών Παύλου Δελαπόρτα «Το σημειωματάριο ενός Πιλάτου»). Τις καταδίκες συνοδεύουν οι κατά συρροήν αθωώσεις δοσιλόγων με εισαγγελικές αγορεύσεις πως δεν ευσταθεί η κατηγορία ότι κατέδωσαν Έλληνες πατριώτες στους ναζί επειδή «ο νόμος, για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα αυτό, απαιτεί να καταδώσει κανείς Έλληνες στον εχθρό, αλλά οι μηνυτές από τη στιγμή που προσχώρησαν στο ΕΑΜ έπαψαν να είναι Έλληνες και συνεπώς, αφού δεν κατέδωσαν Έλληνες, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση τους και να απαλλαγούν από την κατηγορία» (στο ίδιο βιβλίο του Π.Δ.).
Η ηγεσία του ΕΑΜ δείχνει μιαν απαράδεκτη υπομονή σα να μην αντιλαμβάνεται την κρισιμότητα της κατάστασης ή να ελπίζει πως αυτή θα αλλάξει από μόνη της. Η στάση της φανερώνει πως το ΕΑΜ ήθελε την ομαλή εξέλιξη γι’ αυτό καθυστέρησε να αντιδράσει κι έχασε κάθε πιθανότητα νίκης. Η ένοπλη αυτοάμυνα, στην οποία οι αντιστασιακές δυνάμεις καταφεύγουν απελπιστικά αργά κι απροετοίμαστα, σηματοδοτεί κι επίσημα την έναρξη αυτού που αποκαλείται «εμφύλιος». Η έκβαση αυτού του αγώνα είναι προδιαγεγραμμένη και απλά θα επισφραγίσει το αναπόφευκτο: η Ελλάδα θα παραμείνει στη βρετανική «πλευρά του φράχτη» παρά τη θέληση του λαού της. Σ’ αυτό το λαό απομένουν ελάχιστες προοπτικές: το εκτελεστικό απόσπασμα, η «αναμόρφωση» στη Μακρόνησο, η δήλωση «μετανοίας» για την επανένταξη των «παραστρατημένων» στον «εθνικό κορμό» και ο δρόμος της προσφυγιάς.
Αντί επιλόγου
Τα γεγονότα του Δεκέμβρη ήταν το πρελούδιο ενός οργανωμένου σχεδίου που εκπόνησε ο βρετανός πρωθυπουργός. Ο αποικιοκράτης Τσώρτσιλ θεωρούσε τους Έλληνες ημιάγριους και «άθλιους ληστές» προκαλώντας την αντίδραση του πρεσβευτή των ΗΠΑ Λίνκολν Μακβή που σημείωνε ότι «η μεταχείριση αυτού του λαού που αγαπά φανατικά την ελευθερία (και ποτέ δεν αντιμετώπισε παθητικά την υπαγόρευση) σαν να ήταν ιθαγενείς της Βρετανικής Αυτοκρατορίας είναι αυτό που δημιουργεί όλα τα προβλήματα». Πριν καν διαφανεί η νίκη των συμμάχων, εκείνος προσπαθούσε να κρατήσει απεγνωσμένα την Ελλάδα προσδεμένη στο άρμα της πολιτικής του. Έκανε τα πάντα για να το πετύχει.
Βοηθοί σ’ αυτή του την προσπάθεια ήταν ο μονάρχης της Ελλάδας που ανέκαθεν συναρτούσε το θρόνο του από τις ορέξεις των βρετανών και ο παλιός πολιτικός κόσμος που χρεοκόπησε λόγω της εχθρικής του στάσης στο αντιστασιακό έπος. Εκφραστής όλων αυτών ο Γεώργιος Παπανδρέου, ένα χρεοκοπημένος πολιτικός ο οποίος είδε τη στήριξη των Βρετανών τη μόνη διέξοδο για την αναρρίχηση του στην εξουσία. Ο Παπανδρέου επέλεξε το στρατόπεδό του βάσει της πολιτικής ιδεολογίας του κι αγωνίστηκε με επιμονή για τον πολιτικό στόχο των Βρετανών. Το ομολογεί με κομπασμό σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 2/12/1948: «Το συμπέρασμα είναι ότι ο Δεκέμβριος ημπορεί να θεωρηθή “ΔΩΡΟΝ ΤΟΥ ΥΨΙΣΤΟΥ”. Αλλά δια να υπάρξη ο Δεκέμβριος, έπρεπε προηγουμένως να έχωμεν έλθη εις την Ελλάδα. Και τούτο ήτο δυνατόν με την συμμετοχήν του ΚΚΕ εις την κυβέρνησιν, δηλαδή με τον Λίβανον… Και δια να ευρεθούν οι Βρεττανοί εδώ, οι οποίοι ήσαν απαραίτητοι δια την νίκην, έπρεπε προηγουμένως να είχεν υπογραφή η συμφωνία της Καζέρτας… Και δια να επιτευχθή η εκκαθάρισις, έπρεπε προηγουμένως να επιμείνω εις την άμεσον αποστράτευσιν του ΕΛΑΣ και να θέσω το ΚΚΕ ενώπιον του διλήμματος ή να αποδεχθή ειρηνικώς τον αφοπλισμόν του ή να επιχειρήση την στάσιν, υπό συνθήκας όμως πλέον, αι οποίαι οδηγούν εις την συντριβήν του. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια». Τα παραπάνω είναι απλώς επανάληψη της «φωνής του Κυρίου του» (His master’s voice). Ο τρόπος με τον οποίο ενήργησε αποδεικνύει τον πολιτικό αμοραλισμό και το «παπατζηλίκι» του. Στο Κάιρο χαρακτήριζε «εχθρούς της Πατρίδος» τους ταγματασφαλίτες και λίγους μήνες αργότερα τους χρησιμοποίησε εναντίον του λαού. Για το ρόλο του δεν υπάρχει καμιά αντίφαση. Η μαριονέτα του Τσώρτσιλ τις κρίσιμες μέρες φοβήθηκε πως θα γίνει το εξιλαστήριο θύμα αν η πλάστιγγα έγερνε υπέρ του ΕΑΜ. Όταν ο προστάτης του έδειξε την αποφασιστικότητα του, ο «γέρο ανόητος» μετεβλήθη σε ποντίκι που βρυχάται. Και –τι ειρωνεία!- ο άνθρωπος αυτός αποκαλείται σήμερα «γέρος της… Δημοκρατίας» από τους επιλήσμονες.
«Σιδερένιο χέρι» όλων αυτών ήταν οι συνεργάτες των κατακτητών που σύντομα κατάλαβαν πως η μόνη σανίδα σωτηρίας τους από τη λαϊκή οργή ήταν η αλλαγή αφεντικού.
Ωστόσο, απροσδόκητη -μα εντελώς καθοριστική- βοήθεια στα σχέδια του Τσώρτσιλ έδωσε η ατολμία της ηγεσίας του αντιστασιακού κινήματος η οποία, με ενέργειες ιδανικού αυτόχειρα, υπέταξε άθελα της το κίνημα στη βρετανική αποικιοκρατία. Κινούμενη από ένα κακώς νοούμενο λεγκαλισμό και νομιμοφροσύνη προς τους συμμάχους, δεν κατάλαβε έγκαιρα πως η αληθινή απελευθέρωση του ελληνικού λαού περνούσε μόνο μέσα από τη χειραφέτηση του και την αναπόφευκτη σύγκρουση με τη βρετανική αυτοκρατορία η οποία θα έκανε τα πάντα προκειμένου να κρατήσει δέσμια τη χώρα. Ακόμα κι όταν οι βρετανοί χτύπησαν ανοιχτά το ΕΑΜικό κίνημα, η ηγεσία του επέμενε να αποφεύγει τη ρήξη μαζί τους και να συγκρούεται μόνο με τα ελληνόφωνα όργανα τους. Στο απόγειο της δυναμικής της, έδειξε να μην πιστεύει στις αστείρευτες δυνάμεις του λαού που μετέτρεψε κάθε βράχο, κάθε ρεματιά, καλύβα με καλύβα, σε φρούριο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Έχουν ειπωθεί πολλά για την ανοχή της Σοβιετικής Ένωσης στα σχέδια του Τσώρτσιλ στη βάση μιας «κατανομής» του κόσμου σε σφαίρες επιρροής που χωρίστηκαν από ένα «σιδηρούν παραπέτασμα». Το σενάριο με τα «χαρτάκια» που υπογράφτηκαν στηρίζεται αποκλειστικά στα απομνημονεύματα ενός μεγάλου πολιτικού απατεώνα, του Τσώρτσιλ, και δεν επιβεβαιώνεται ούτε από Σοβιετικά αρχεία αλλά ούτε κι από τα αρχεία των ΗΠΑ που συμμετείχαν στις τρεις συνδιασκέψεις των «μεγάλων». Είναι μια μάλλον μυθιστορηματική εκδοχή που έφτιαξε πολύ αργότερα ο Τσώρτσιλ για να δικαιολογήσει τον άκρατο κυνισμό του μεταθέτοντας τον σε άλλους. Τα απομνημονεύματα του σερ Ουίνστον συντάχθηκαν μετά το 1953 οπότε πέθανε ο στρατάρχης Στάλιν. Ο άλλος μάρτυρας Φράνκλιν Ντελάνο Ρούσβελτ ήταν ήδη νεκρός από το 1945 ενώ οι επίγονοι του Γεωργιανού ήταν αρκούντως απασχολημένοι με τη σπίλωση της προσωπικότητας του για να ασχοληθούν με αυτό.
Είναι γεγονός πως τη δεδομένη στιγμή ο Κόκκινος Στρατός σήκωνε μόνος σχεδόν το βάρος της συντριβής του Άξονα εξαπολύοντας την τρομερή του επίθεση στην καρδιά του ναζισμού. Από την άλλη, όμως, είναι γεγονός πως σε όλη τη διάρκεια των μαχών του Δεκέμβρη η Σοβιετική Ένωση έμοιαζε να μην είχε αντιληφθεί τίποτα απ’ όσα διαδραματιζόταν στην Ελλάδα τη στιγμή που η διεθνής κοινή γνώμη αντιδρούσε στα ειδεχθή εγκλήματα των βρετανών κατά ενός λαού που πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος στην αντιφασιστική νίκη.
Ανεξάρτητα απ’ όλα τα παραπάνω (ή και εξ αιτίας όλων αυτών), ο Τσώρτσιλ πέτυχε το στόχο του, άσχετα αν αυτό το πάθος του στοίχισε την πρωθυπουργία. Το έργο του συνέχισαν από το ίδιο σημείο οι Άγγλοι Εργατικοί οι οποίοι φλερτάρισαν με το ενδεχόμενο να κηρύξουν την Ελλάδα «αποικία του Στέμματος» και λίγο αργότερα την κληροδότησαν στους υπερατλαντικούς συγγενείς τους.
Οι Έλληνες είναι από τους λαούς που παραμένουν προσκολλημένοι σε μια έννοια άγνωστη σε πολλούς: Την έννοια της ελευθερίας. Όπως ακριβώς το είπε ο Γάλλος ποιητής Πωλ Ελυάρ, εκείνες τις σκοτεινές μέρες «οι Έλληνες απέδειξαν ότι η λέξη “Ελευθερία” δεν μπορεί να μεταφρασθεί στα αγγλικά». Οι βρετανοί και οι αμερικάνοι δεν συγχώρησαν το «θράσος» ενός λαού που έχυσε ποταμούς αίματος για να μπορεί να καθορίζει μόνος τη μοίρα του. Γι αυτό τον τιμώρησαν με την εσχάτη των ποινών: του στέρησαν αυτό το ζωτικό για την ύπαρξη του αγαθό. Τελικά, η αγγλοσαξονική άποψη περί ελευθερίας επικράτησε στην Ελλάδα το 1944. Από τότε η χώρα «ελεύθερα» μετατράπηκε σε μια απέραντη Τρούμπα για να ανακουφίζεται ο 6ος στόλος και σ’ «ένα πεδίο βολής φτηνό που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι». «Ελεύθερα» είχαμε ανώμαλο πολιτικό βίο, εκλογές βίας και νοθείας, δικτατορία και «ελεύθερα» θυσιάστηκε το 40% της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή την «ελευθερία» γεύθηκαν και οι λαοί του Βιετνάμ, της Χιλής, της Γιουγκοσλαβίας, του Ιράκ… Από το 1989 μάλιστα η «ελευθερία» αυτή μεταφράστηκε και στα ρωσικά κι έτσι οι έφηβες ρωσίδες «ελεύθερα» πια ονειρεύονται να γίνουν πόρνες όταν μεγαλώσουν. Η πραγματική ελευθερία όμως, όπως την έψαλε ο Διονύσιος Σολωμός, δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο των αγγλοσαξόνων ιμπεριαλιστών. Θα τους τη διδάξουν οι λαοί και πρώτα απ’ όλα οι δικοί τους.
Η υποδούλωση της χώρας στον αγγλοαμερικανικό ιμπεριαλισμό συνεχίζεται τα τελευταία 60 χρόνια. Όμως, καμιά κατοχή δεν διαρκεί για πάντα. Αργά ή γρήγορα το όραμα των «νικημένων» του Δεκέμβρη για «μια καινούρια Ελλάδα, της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση, μ’ ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό» θα βρει την τελική του δικαίωση.


Για τον «εμφύλιο» και τα αίτια του έχει γίνει τεράστια συζήτηση που ακόμα συνεχίζεται. Οι οπαδοί της αστικής ιδεολογίας επιμένουν να θεωρούν όσα έγιναν εμφύλια διαμάχη. Αργότερα και κάμποσοι «πρώην κι επόμενοι» αριστεροί ασπάστηκαν αυτή την άποψη κι έτσι οι μεν κατηγορούν τους δε ότι ήρξαντο χειρών αδίκων. Όμως, μια προσεκτική μελέτη των μέχρι σήμερα γνωστών ιστορικών πηγών δείχνει πως ο Δεκέμβρης δεν ήταν τίποτα άλλο από μια εισβολή ξένης δύναμης η οποία κατέλαβε τη χώρα, της επέβαλλε κυβέρνηση κουίσλιγκς και συνεχίζει να την εξουσιάζει (με τη βρετανική ή την αμερικανική εκδοχή της) μέχρι και σήμερα.
Τελικά, πέρα από την παράθεση εκτιμήσεων από τους «από δω» και τους «από κει», το ελληνικό δράμα του ματωμένου Δεκέμβρη αποδίδεται τελειότερα με μια λιτή και λακωνική φράση από τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο. Στο συγκλονιστικό «Ταξίδι στα Κύθηρα» μας δείχνει τη μετά από πολλά χρόνια συνάντηση δυο αντιπάλων. Και τότε ο αξέχαστος Διονύσης Παπαγιανόπουλος, ως «νικητής», λέει στον αλησμόνητο «ηττημένο» Μάνο Κατράκη:
«Μας έβαλαν και σκοτωθήκαμε. Χάσαμε και οι δυο»!
(Ενδεικτική) ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. C. M. Woodhouse: Το μήλον της Έριδος (The apple of discord), εκδ. Εξάντας, 1976
2. Θανάση Δ. Σφήκα: Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα. Ο Ιμπεριαλισμός της «Μη-επέμβασης», εκδ. Φιλίστωρ, 1997
3. Dominique Eudes: Οι καπετάνιοι, εκδ. Εξάντας
4. Παύλου Πετρίδη (επιμέλεια): Στη δίνη του εμφυλίου πολέμου Σπάνια ντοκουμέντα του ΕΑΜ (1944-1947), εκδ. Προσκήνιο, 1998
5. Φοίβου Οικονομίδη: Οι προστάτες: Η αληθινή Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, εκδ. Ορφέας, 1986
6. Κομνηνού Πυρομάγλου: Ο Δούρειος Ίππος
7. Βάσου Π. Μαθιόπουλου: Ο Δεκέμβριος του 1944, εκδ. «Νέα Σύνορα» Λιβάνη, 1994
8. Δημήτρη Παρτσαλίδη: Διπλή αποκατάσταση της Εθνικής Αντίστασης, εκδ. Θεμέλιο, 1978
9. Βασίλη Γ. Μπαρτζιώτα: Εθνική Αντίσταση και Δεκέμβρης 1944, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1983
10. Νίκανδρου Κεπέση: Ο Δεκέμβρης του 1944, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1994
11. Θανάση Χατζή: Η Νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε (1941-1945), εκδ. Παπαζήση, 1979
12. Δ. Ζαφειρόπουλου: Ο Αντισυμμοριακός Αγών, χ. εκδ. 1956
13. Χάγκεν Φλάισερ: Στέμμα και Σβάστικα. Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης, εκδ Παπαζήση, 1988
14. Παύλου Δελαπόρτα: Το σημειωματάριο ενός Πιλάτου, εκδ. Θεμέλιο, 1978
15. Τάσου Βουρνά: Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, εκδ. Αφοί Τολίδη, 1980.
16. Σταύρου Αβδούλου: «Έτσι χάθηκε η νίκη», εκδόσεις Προσκήνιο, Αθήνα 1994

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου